Οι διανοούμενοι, ακαδημαϊκοί, δημοσιογράφοι κλπ, διαμορφώνουν την κοινή γνώμη επιλέγοντας τι να αναφέρουν και πώς να «διαπλάσουν» την ιστορία ώστε να ταιριάζει αυτή σε μια συγκεκριμένη κοσμοθεωρία ή «αφήγημα».
Του Peter G. Klein
Απόδοση: Ευθύμης Μαραμής
Οι «ψεύτικες ειδήσεις» εμφανίστηκαν ως κυρίαρχο θέμα στην εκστρατεία των προεδρικών εκλογών στις ΗΠΑ το 2016 και έχουν βρεθεί στη δημόσια σφαίρα έκτοτε. Σήμερα, σύμφωνα με τον πρόεδρο Trump, ο όρος αναφέρεται στο CNN, τους New York Times και σε άλλα ΜΜΕ που τον απεικονίζουν δυσμενώς. Για τους Δημοκρατικούς, σημαίνει ιστότοπους, ιστολόγια και λογαριασμούς μέσων κοινωνικής δικτύωσης που δεν ανταποκρίνονται στην «πολιτική ορθότητα». Σε αυτό το πλαίσιο, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι η εμπιστοσύνη του κοινού στα ΜΜΕ, στις ΗΠΑ και αλλού, βρίσκεται στα χαμηλότερα ιστορικά επίπεδα. (Ακόμη και ο Trump εμφανίζεται ως πιο αξιόπιστος από αυτά σε μερικές δημοσκοπήσεις.)
Διακινητές μεταχειρισμένων – μη επεξεργασμένων – ιδεών
Για τους λιμπερταριανούς, αυτό δεν αποτελεί νέο. Τα mainstream μέσα μαζικής ενημέρωσης αποτελούν εδώ και πολύ καιρό μέρος αυτού που ο Rothbard ονόμαζε «τάξη διαμόρφωσης γνώμης». Μια ομάδα διανοούμενων, ακαδημαϊκών, δημοσιογράφων και δημόσιων προσώπων, των οποίων ο βασικός ρόλος είναι να νομιμοποιήσουν το κράτος στην κοινή γνώμη. Οι δημοσιογράφοι δεν αναφέρουν ειδήσεις. Διαμορφώνουν την κοινή γνώμη επιλέγοντας τι να αναφέρουν και πώς να «διαπλάσουν» την ιστορία ώστε να ταιριάζει αυτή σε μια συγκεκριμένη κοσμοθεωρία ή «αφήγημα». Αυτό είναι συχνά σκόπιμο, αλλά μπορεί να είναι και υποσυνείδητο, διότι οι δημοσιογράφοι, όπως όλοι μας, υποφέρουν από προκατάληψη επιβεβαίωσης. Την τάση, δηλαδή, να ερμηνεύουν ιδέες και γεγονότα κατά τρόπο συμβατό με τις ισχύουσες πεποιθήσεις τους.
Ο Rothbard, ο von Mises, ο Schumpeter και άλλοι, έχουν γράψει για αυτό το φαινόμενο, αλλά ίσως η πιο ενδιαφέρουσα αντιμετώπιση προέρχεται από τον Friedrich Hayek, στο κλασικό άρθρο του του 1945, «Οι διανοούμενοι και ο σοσιαλισμός.» Όπως επεσήμανε πρόσφατα ο Joe Salerno, αυτό το δοκίμιο χρησιμοποιείται μερικές φορές για να επισημάνει ένα μοντέλο διάδοσης ιδεών κατά το οποίο οι ακαδημαϊκοί και άλλοι στοχαστές μεταφέρουν το έργο τους προς τους δημοσιογράφους και άλλους διανοούμενους, ώστε να το διαδώσουν αυτοί στο ευρύ κοινό – αυτούς που ονομάζει ο Hayek «διακινητές μεταχειρισμένων ιδεών» «secondhand dealers in ideas«. Αλλά αυτός δεν είναι ο λόγος που αναφέρεται ο Hayek στο φαινόμενο. Αντίθετα, ασκεί δριμεία κριτική στους διανοουμένους (εννοώντας τους δημοσιογράφους, δασκάλους, ακαδημαϊκούς και άλλα δημόσια πρόσωπα).
Ο διανοούμενος, σύμφωνα με τον Hayek, δεν είναι κάποιος ειδικός ή βαθύς στοχαστής.
«δεν χρειάζεται να έχει ιδιαίτερη γνώση για τίποτα συγκεκριμένα ούτε και χρειάζεται να είναι ιδιαίτερα έξυπνος για να ασκεί το ρόλο του διαμεσολαβητή στην εξάπλωση ιδεών». Αυτό που χαρακτηρίζει τη δουλειά του, είναι το ευρύ φάσμα θεμάτων για τα οποία μπορεί εύκολα να μιλήσει και να γράφει. Επιπλέον, ο κύκλος και η θέση του, του επιτρέπουν να ενημερώνεται για νέες ιδέες νωρίτερα από εκείνους στους οποίους απευθύνεται» (σελ. 372). Αυτοί οι άνθρωποι ασκούν τεράστια επιρροή, καθώς οι περισσότεροι από εμάς μαθαίνουμε για τα παγκόσμια γεγονότα και για τις νέες ιδέες μέσω αυτών. «Είναι οι διανοούμενοι με αυτή την έννοια, που αποφασίζουν ποιες απόψεις και γνώμες πρέπει να φτάσουν σε μας, ποια γεγονότα είναι αρκετά σημαντικά για να μας μιλήσουν για αυτά και με ποια μορφή και από ποια οπτική γωνία θα παρουσιαστούν» (σελ. 372-73).
Τα Μ.Μ.Ε. ως πρακτορεία τύπου των κυβερνήσεων
Οι ρεπόρτερ και οι συντάκτες που στελεχώνουν τα μεγάλα μέσα μαζικής ενημέρωσης, τείνουν να έχουν μια ιδιαίτερη εικόνα του κόσμου, η οποία θέτει το κράτος, τους συκοφάντες και τους μηχανισμούς του, σε κεντρικό πλάνο. Λόγω της προκατάληψης επιβεβαίωσης, φιλτράρουν τις πληροφορίες και τα γεγονότα ώστε να ταιριάζουν σε αυτήν την προβολή.
Όπως το θέτει ο Hayek (σελ. 376):
Είναι ίσως το πιο χαρακτηριστικό γνώρισμα του διανοούμενου ότι δεν κρίνει τις νέες ιδέες από τα δικά του ιδιαίτερα προσόντα, αλλά από την ετοιμότητα με την οποία αυτά εντάσσονται στις γενικές του αντιλήψεις, στην εικόνα του κόσμου που θεωρεί σύγχρονο ή προηγμένο….Δεδομένου ότι δεν γνωρίζει πολλά για τα συγκεκριμένα ζητήματα, το κριτήριο του πρέπει να είναι η συνέπεια με τις υπόλοιπες απόψεις του και η καταλληλότητα συνδυασμού σε μια συνεκτική εικόνα του κόσμου του. Ωστόσο, αυτή η διαλογή από το πλήθος νέων ιδεών που παρουσιάζονται σε κάθε στιγμή, διαπλάθει το χαρακτηριστικό κλίμα της κοινής γνώμης, το κυρίαρχο Weltanschauung μιας περιόδου. Αυτό το κλίμα θα είναι ευνοϊκό για την αποδοχή κάποιων απόψεων και δυσμενές για κάποιες άλλες. Θα κάνει τον διανοούμενο να αποδεχτεί ένα συμπέρασμα και να απορρίψει ένα άλλο χωρίς να έχει πραγματική κατανόηση των ζητημάτων στα οποία αναφέρεται.
Το σημερινό κυρίαρχο Weltanschauung, επικεντρώνεται στο κράτος και στην κρατική εξουσία. Πράγματι, με λίγες αξιοσημείωτες εξαιρέσεις, οι σύγχρονοι δημοσιογράφοι ούτε ερευνούν, ούτε αναλύουν ούτε είναι πραγματικά ενημερωμένοι. Αντί αυτού, λειτουργούν περισσότερο σαν πρακτορείο τύπου του κράτους. Κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας για την αμερικανική εισβολή και κατοχή του Ιράκ το 2003, τα μεγάλα αμερικανικά και ευρωπαϊκά μέσα ενημέρωσης απλώς επανέλαβαν τις θέσεις της κυβέρνησης Μπους σχετικά με τα όπλα μαζικής καταστροφής του Σαντάμ Χουσεΐν, την αυξανόμενη απειλή του Ιράκ για τον κόσμο κ.ο.κ. Ακόμη και όταν αποκαλύφθηκε πως ήταν ψέματα, οι δημοσιογράφοι παρέμειναν προσκολλημένοι στο σενάριο.
Όταν ξέσπασε η χρηματοπιστωτική κρίση το 2008, απλώς επανέλαβαν τις θέσεις Μπους και αργότερα της κυβέρνησης Ομπάμα, ότι χωρίς τη μαζική διάσωση των τραπεζών, θα κατέρρεε το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα.
(σ.σ. Το ίδιο συνέβη και στην Ελλάδα, όπου η διάσωση των τραπεζών παρουσιαζόταν απαραίτητη διότι αλλιώς θα έπεφταν πάνω μας οι επτά πληγές του Φαραώ. Πλέον, ο απερχόμενος ευρωκράτης Γερούν Ντάϊσελμπλουμ, ομολόγησε κυνικά πως ήταν λάθος η διάσωση των τραπεζών εις βάρος των φορολογουμένων θυμάτων.)
Τα μέσα ενημέρωσης σπάνια, η καθόλου, αμφισβητούν το κυρίαρχο αφήγημα. Αντίθετα, το κατασκευάζουν, το διαμορφώνουν και το ενισχύουν.
Αναξιοπιστία και διαστρέβλωση
Πράγματι, υπάρχουν πολλά σημερινά παραδείγματα προφανών στοιχείων «ψεύτικων ειδήσεων» που υιοθετούνται και ενισχύονται από τα μεγάλα μέσα ενημέρωσης, καθώς και άλλους διανοούμενους και ακαδημαϊκούς. Ένα από αυτά αποτελεί και ο συχνά επαναλαμβανόμενος ισχυρισμός ότι «το 97% των επιστημόνων πιστεύουν στην ανθρωπογενή υπερθέρμανση του πλανήτη» (ΑΥΠ).
Αυτός ο ισχυρισμός αναφέρεται συνήθως σε μια μελέτη (Cook et al., 2013), στην οποία ερευνήθηκε ένα μεγάλο δείγμα περιλήψεων επιστημονικών εργασιών που ασχολούνται με την αλλαγή του κλίματος. Η πλειοψηφία των εν λόγω εγγράφων δεν εξέφρασε γνώμη για την ΑΥΠ. Μεταξύ της μειοψηφίας (33% των εργασιών) που το έκανε αυτό, το 97% αποδέχτηκε την άποψη ότι η ανθρώπινη δραστηριότητα προκαλεί την υπερθέρμανση του πλανήτη. Έτσι, όχι μόνο η μελέτη δεν εξετάζει τις απόψεις των «επιστημόνων» ή ακόμη και των επιστημόνων του κλίματος, δείχνει απλά ότι περίπου το ένα τρίτο των εγγράφων που ασχολούνται με την κλιματική αλλαγή τα τελευταία 20 χρόνια υπέθεσαν την ισχύ της ΑΥΠ.
Ένας άλλος ισχυρισμός που αντιμετωπίζεται τυπικά ως πραγματικότητα, είναι το ότι μία στις πέντε Αμερικανίδες φοιτήτριες αποτελεί θύμα σεξουαλικής επίθεσης. Όπως έχει καταδείξει λεπτομερώς ο Robby Soave, ο ισχυρισμός αυτός βασίζεται σε μια εξαιρετικά αδύναμη και ανακριβή μελέτη – μια ενιαία μελέτη ενός πανεπιστημίου – από τον ψυχολόγο David Lisak. Όπως καταδεικνύει ο Soave, η μελέτη δεν αποδεικνύει τίποτα απολύτως, ωστόσο ο αριθμός των «θυμάτων» μία στις πέντε, αναφέρεται σταθερά ως αληθές γεγονός από τα μεγάλα μέσα μαζικής ενημέρωσης.
Συνοψίζοντας…
Θα ήταν εύκολο να βρούμε περισσότερα παραδείγματα. Η τρέχουσα εμμονή με την ρωσική παρέμβαση στις εκλογές στις ΗΠΑ είναι πιθανή υποψηφιότητα. Το θέμα είναι ότι οι δημοσιογράφοι σπάνια διερευνούν και διαμορφώνουν ανεξάρτητες κρίσεις βασισμένες σε αποδεικτικά στοιχεία, αλλά συλλέγουν και επαναλαμβάνουν ιστορίες, ιδέες και παραδείγματα που ταιριάζουν με την παγκόσμια άποψή. Αναρωτιέται ακόμα κάποιος γιατί το κοινό δεν τους παίρνει στα σοβαρά;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου